Μετάβαση στο περιεχόμενο

«Το μακρόσυρτο συναισθηματικό μοιρολόι»

24 Φεβρουαρίου, 2024

Το πιο κάτω είναι ένα πολύ μικρό απόσπασμα ομιλίας πολύ γνωστού δημόσιου προσώπου. Είχε δημοσιευτεί την περασμένη Κυριακή. Όλη τη βδομάδα με παίδευε.

Σίγουρα έχει πέραν του ενός τρόπους να το ερμηνεύσεις.

Αλλά με συγκλόνισε.

Ας βγάλει ο κάθε ένας τα συμπεράσματά του χωρίς να το φορτώσω με τις δικές μου ερμηνείες.

Κλειδί: «το μακρόσυρτο συναισθηματικό μοιρολόι».

«Η γενιά μας, των σημερινών 60άρηδων και πάνω, είναι εκπρόσωπος της χαμένης γενιάς που υπερκαθόρισε η σύγχρονη ταραχώδης ιστορία του τόπου μας. Η γενιά της ανώμαλης προσγείωσης των ψαλίδισμένων φτερών και των χαμένων οριζόντων. Προς θεού, δεν αναφέρομαι στο μακρόσυρτο συναισθηματικό μοιρολόι που γίνεται άλλοθι για την καλπάζουσα αλλοτρίωση, την έλλειψη ορθολογισμού, ελλιπούς αυτοκαθορισμού και αδυναμία ή και ανεπάρκεια να αλλάξουμε τα πράγματα.»

2 Σχόλια leave one →
  1. 24 Φεβρουαρίου, 2024 17:56

    «… εν σώματι» | Τρεις στοχασμοί με ταπεινότητα 

    ΠΑΡΑΘΥΡΟΔημοσιεύθηκε 19.2.2024

    Φωτογραφία της Αντιγόνης Σολομωνίδου-Δρουσιώτου, η οποία φιλοξενείται στην γκαλερί «Isnotgallery».

    Του Ανδρέα Μαυρογιάννη

    Όταν η Αντιγόνη μου ζήτησε, όπως συνήθως, να πω λίγα λόγια για την έκθεσή της σκέφτηκα επίσης, όπως συνήθως, την πραγματική αδυναμία μου να προσθέσω κάτι ουσιαστικό στο υπερχειλίζον στερέωμα της εμπνευσμένης φωτογραφικής τέχνης της. Μια εικόνα χίλιες λέξεις, λέμε, εξήντα εικόνες ξεπερνούν κάθε φυσική δυνατότητα περιγραφής. Θα δοκιμάσω, όμως, να παραθέσω τρεις μόνο δικούς μου στοχασμούς, με ταπεινότητα:

    Ο πρώτος έχει να κάνει με την Αντιγόνη. Η Αντιγόνη, όπως όλη η γενιά μας, των σημερινών εξηντάρηδων και πάνω (μην πάει ο νους σας πως μπήκε και αυτή στην τρίτη ηλικία, τη δεχτήκαμε τιμής ένεκεν, αν και μικρότερη και πάντα νέα) είναι εκπρόσωπος της χαμένης γενιάς που υπερκαθόρισε, η σύγχρονη ταραχώδης ιστορία του τόπου μας. Η γενιά της ανώμαλης προσγείωσης των ψαλιδισμένων φτερών και των χαμένων οριζόντων. Προς Θεού, δεν αναφέρομαι στο μακρόσυρτο συναισθηματικό μοιρολόι, που γίνεται άλλοθι για την καλπάζουσα αλλοτρίωση, την έλλειψη ορθολογισμού, ελλιπούς αυτοκαθορισμού και αδυναμία ή και ανεπάρκεια να αλλάξουμε τα πράγματα.

    Αν όμως ανατρέξουμε στη δουλειά της Αντιγόνης, τουλάχιστον της δημοσιευμένης ή/και εκτεθείσας, όλα αυτά τα χρόνια από τη δεκαετία του ’70 και μέχρι πολύ πρόσφατα, το στοιχείο που επικρατεί είναι η πολιτική και κοινωνική κατάσταση, η ακούσια ή εθελούσια στράτευση στην υπόθεση της ενδυνάμωσης της κραυγής για την τραγωδία του τόπου. Το φωτοανθολόγιο «Εκ Βαθέων, 1977-1997) μαρτυρεί ακριβώς αυτό τον υπερκαθορισμό αλλά και όλες τις απέλπιδες προσπάθειές της διευρύνει τις θεματικές της αναζητήσεις.

    Σχεδόν πενήντα χρόνια πορείας με πολλές εκθέσεις στην Κύπρο αλλά και διεθνώς με πολλά βραβεία και διακρίσεις, η Αντιγόνη με γάργαρο ταλέντο και τεχνική μα πάντα με την παροιμιώδη σεμνότητα και διακριτικότητα, εξακολουθεί να έχει την άσπιλη ματιά και τη διαύγεια που της επιτρέπουν να διεισδύει στα έσχατα της σκέψης, του πόνου και των συναισθημάτων με τον φωτογραφικό της φακό να είναι προέκταση των χεριών της και το εργαλείο επιτέλεσης του χρέους έναντι του τόπου και των ανθρώπων του. Μάρτυρας και ρεπόρτερ, συνήγορος και κατήγορος, σκαπανέας και πρωτοπόρος στην αναζήτηση της αποκρυπτογράφησης του απείρου στο πονεμένο βλέμμα των παιδιών, στην απελπισία της μάνας, της θαμμένης ελπίδας που θέλει να ξεφυτρώσει στην καμένη γη. Δίχως ποτέ να κουράζεται. Δίχως ποτέ να τα βάζει κάτω. Δίχως ποτέ να παραπονιέται για τον θεματικό μας εγκλωβισμό. Ίσως η παράλληλη κρυφή ζωή που παρουσιάζει η σημερινή έκθεση να τη βοήθησε να τα καταφέρει. Ίσως να τη βοήθησε να εντάξει την αποστολή της και την εξόχως πολιτική και κοινωνική έκφανση του έργου της, στο ευρύτερο ιστορικό γίγνεσθαι, αλλά και κυρίως, το σημαίνον σε ένα φιλοσοφικό και υπαρξιακό σημαινόμενο που αγκαλιάζει την αέναη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στην ψυχή και στο σώμα, το πρόσκαιρο και το στιγμιαίο στο διαρκές και το αιώνιο, το μικρό στο απέραντο, το σχεδόν μηδέν στο άπειρο. Δίχως να εγκαταλείπει και τις περιπλανήσεις της στα σημάδια από το πέρασμα τυφώνων όπως πρόσφατα στις μέρες εγκλεισμού. Σ’ έναν κόσμο που όλα τα ξεπλένει και όλα τα ξεχνά ή που μετατρέπει την επιλεκτικότητα της μνήμης σε εργαλείο εξουσίας και ιδεολογικής επικράτησης, η Αντιγόνη θαρραλέα ασπρόμαυρα, λιτά και απέρριπτα είναι αφηγητής και δημιουργός ποτέ όμως ex nihilo, για να είναι τα χνάρια ανεξίτηλα, για να μπορούν να πάρουνε τα όνειρα εκδίκηση, κατά που έλεγε ο Ελύτης.

    Ο δεύτερος στοχασμός έχει να κάνει με το πώς εντάσσεται η εξέλιξη της τέχνης της Αντιγόνης στα αισθητικά ρεύματα και ρεύματα. Η έκθεση αυτή δεν είναι αναδρομική, είναι όμως διαχρονική. Δεν είναι ετεροχρονισμένη αλλά είναι σε αέναη συνέργεια με τον χρόνο. Και επειδή έχουμε φωτογραφίες από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 και μέχρι το 2023, με την ίδια θεματική, το ανθρώπινο σώμα, βλέπουμε τη ρευστότητα, το ίχνος της. Όσο περνά ο καιρός η φόρμα αδυνατίζει γίνεται πιο αφηρημένη και θαμπή χωρίς να είναι ποτέ θολή και η δύναμη του φακού μεγαλώνει και αποκαλύπτει ολοένα και πιο πολύ αυτό που έλεγε ο Ελύτης, την αλληλουχία των κρυφών νοημάτων.

    Η Αντιγόνη ακολουθεί μια παράλληλη πορεία με αυτή του ύστερου ιταλικού νεορεαλισμού, όπως εκφράστηκε στον κινηματογράφο από τον Ρομπέρτο Ροσσελίνι, τον Βιττόριο ντε Σίκα (θυμηθείτε το Ladri di Biciclette, τον Κλέφτη των ποδηλάτων του 1948) και τον Λουκίνο Βισκόντι, που όμως στη συνέχεια διευρύνει τους ορίζοντές του τόσο στη φόρμα όσο και στις θεματικές και το περιεχόμενο, όπως στα έργα του Μικελάγγελο Αντονιόνι (ας θυμηθούμε το ασπρόμαυρο la Notte του 1961) και εισάγει προοδευτικά στοιχεία αφαίρεσης, μια στυλιστική μεταχείριση του αντικειμένου και του χώρου ως εκφράσεων του εσωτερικού κόσμου φτάνοντας στον μοντερνισμό. Ενός είδους παραλληλισμό της μετά την εισβολή Κύπρου με αυτό που ο Αλμπέρτο Μοράβια είχε αποκαλέσει την τέχνη της μεταπολεμικής Ευρώπης «άμορφη, ανώνυμη, αγωνία». Στην Αντιγόνη η αφαιρετική διαδικασία είναι συνεχής αλλά όχι απαραίτητη, η φόρμα δεν εξαφανίζεται ποτέ εντελώς, γίνεται όμως διαρκώς και πιο αιθέρια και συμβαδίζει με τη διευρυνόμενη, λόγω της τεχνολογίας, ίσως και λόγω της εξοικείωσής μας με νέους κώδικες έκφρασης, ικανότητα να περικλείσει τη μυστική μέθεξη που εμφανίζεται στη φωτογραφία ανάμεσα στο ορατό και το νομιζόμενο. Ο Αντονιόνι έλεγε πως «ο κόσμος, η πραγματικότητα μέσα στην οποία ζούμε, γι’ αυτό και πρέπει να ικανοποιούμαστε μ’ αυτό που βλέπουμε». Ακριβώς εδώ έρχεται ο φωτογράφος ή άλλος εικαστικός καλλιτέχνης να ενσωματώσει στο ορατό το άυλο. Αυτό συμβαίνει στην «εν σώματι» τελετουργία της Αντιγόνης, πάντα με στοιχεία σύγχρονων φωτογραφικών ρευμάτων.

    Ο τρίτος στοχασμός έχει να κάνει με την αλληλουχία της ψυχής και του σώματος. Ο κατάλογος τιτλοφορείται «Ψυχο-Γραφίες» και η αποψινή έκθεση «… εν σώματι».

    Η Μπία Παπαδοπούλου στο κείμενό της μας λέει πως «η ματιά της Αντιγόνης διεισδύει κάτω από τα εξωτερικά φαινόμενα και πέρα από το ορατό. Επιχειρεί να συλλάβει το άχρονο κομμάτι της θέωσης, το οποίο προσδιορίζει ως ψυχή. Το ανθρώπινο σώμα είναι τελικά για εκείνην ένα κέλυφος, μια προσωρινή εγκόσμια κατοικία. Ένας ενεργειακός τόπος. Συλλαμβάνοντας την απόλυτη αρμονία μέσα από την ηρακλείτεια συνάφεια των αντιθέτων, της ψυχής και του σώματος, στοιχειοθετεί ουσιαστικά, έναν ύμνο για τη ζωή, το πάθος και τον έρωτα».

    Είναι τόσο ακριβές, όμορφο και διαπεραστικό όχι μόνο σ’ αυτά που λέει αλλά και σ’ αυτά που αποκρύβει, όπως ακριβώς και η τέχνη της Αντιγόνης. Όπως για παράδειγμα πως το σώμα είναι αναγκαίο και απαραίτητο και αναγκαίο συστατικό της ψυχής όπως και η ψυχή του σώματος. Το άψυχο σώμα στην ουσία παύει να υπάρχει, χάνει την πνοή και την αέναη κίνηση που κάνει τον χρόνο άθροισμα στιγμών που ποτέ δεν μπορούν να είναι ακριβώς ίδιες, όλες μοναδικές και φευγαλέες, που η συνέχεια της ύπαρξής τους είναι η μνήμη βιωμάτων, ή χάρη ή μέσω του φωτογραφικού φακού που κάνει αυτό που μάθαμε να λέμε πάντα πως κάνει, «να τις αποθανατίσει».

    Η ψυχή από την άλλη, ακόμα και για τους ακραιφνείς πιστούς της αθανασίας της, ή της μετεμψύχωσης, ή της ενσάρκωσης ή της παρουσίας της πέρα από τον χρόνο και τον χώρο, μπορεί άραγε να υπάρξει δίχως το σώμα ως σημείο αναφοράς ως της πραγμάτωσή της, ως φευγαλέας έστω υπόστασης, που μου επιτρέπει να ισχυρισθώ πως εν τέλει το σώμα είναι θεμελιώδες υπαρξιακό στοιχείο της ψυχής, όπως και το αντίθετο, και η ηρακλείτεια συνάφειά τους δεν είναι παρά τα απαραίτητα αλληλοσυμπληρούμενα ομοούσια δυαδικά, συστατικά της ανθρώπινης ύπαρξης, της δημιουργίας και των έργων των χεριών και του νου, των αισθήσεων και των αισθημάτων, του ανθρώπινου γίγνεσθαι, αλλά και του ότι προεκτείνεται στην απεραντοσύνη του Σύμπαντος. Μια ρητορική της εικόνας που θυμίζει λίγο το παράδοξο μα αναγκαίο στο έργο του Maurits Cornelis Escher στο «drawing hands».

    Κλείνοντας, θα μου επιτρέψετε να παραθέσω έναν συγκλονιστικό στίχο του Λευτέρη Παπαδόπουλου, στιχουργού και ποιητή, που ήταν πάντα προσφιλής της Αντιγόνης, και που mutatis mutandis μπαίνει στα έγκατα της φωτογραφικής της τέχνης.

    Κι είχες μέσα στη ματιά

    Ένα σκούρο θάμπος

    Ένα σκούρο σάμπως

    Να ‘πέφτε η νυχτιά

    [Οι τρεις στοχασμοί του Ανδρέα Μαυρογιάννη είναι μέρος της αντιφώνησής του στα εγκαίνια της έκθεσης «…εν σώματι» της Αντιγόνης Σολομωνίδου-Δρουσιώτου, τα οποία έλαβαν χώρα την Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2024, στην γκαλερί «Isnotgallery», στην παλιά πόλη της Λευκωσίας].

    Πληροφορίες για την έκθεση

    «…εν σώματι» | Αντιγόνη Σολομωνίδου-Δρουσιώτου

    Επιμελητής έκθεσης: Ξένιος Συμεωνίδης

    Διάρκεια έκθεσης: Μέχρι 2 Μαρτίου 2024

    Ώρες λειτουργίας: Τρίτη-Παρασκευή: 10.00-13.00 και 16.00-18.00 και Σάββατο: 10.00-14.00

    Χώρος έκθεσης: «Isnotgallery» (Οδυσσέως 11, 1017, παλιά Λευκωσία). 

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.